Υπνοβασία
Στην υπνοβασία (sleepwalking, somnambulism) συνυπάρχουν συμπεριφορές ύπνου (εικόνα ατόμου με μειωμένο συνειδησιακό επίπεδο, μειωμένη απαντητικότητα σε ερεθίσματα) και φαινόμενα εγρήγορσης (έγερση από το κρεβάτι, βάδιση και συντεταγμένες κινήσεις). Η συχνότητά της κυμαίνεται γύρω στο 1-6 % του γενικού πληθυσμού στην παιδική ηλικία, κυρίως στα αγόρια. Όταν παρατείνεται στην ενήλικη ζωή μπορεί να αντανακλά ψυχοπαθολογία, εάν δε εμφανιστεί για πρώτη φορά σε ενήλικες χρειάζεται να αποκλεισθεί η πιθανότητα βλάβης του του εγκεφάλου ή κατάχρηση ουσιών-φαρμάκων. Συχνά υπάρχει οικογενειακό ιστορικό υπνοβασίας και άλλων παραϋπνιών, όπως νυχτερινών τρόμων. Στο υπνοβατικό επεισόδιο ο ασθενής σηκώνεται από το κρεβάτι του και περιφέρεται στο χώρο χωρίς να έχει πλήρη συνείδηση. Η αφύπνιση δεν είναι εύκολη και, όταν επιτυγχάνεται, συχνά συνοδεύεται από σύγχυση ή/και επιθετικότητα. Τα επεισόδια έχουν μικρή διάρκεια και ο ασθενής έχει αμνησία για το γεγονός. Η υπνοβασία εκδηλώνεται στον Non-REM ύπνο κατά τη διάρκεια των σταδίων 3 και 4, δηλαδή κατά τον ύπνο βραδέων κυμάτων και ως εκ τούτου εμφανίζεται κατά το πρώτο τρίτο της νύχτας.
Η υπνοβασία, παρόλο που γενικά είναι καλοήθης κατάσταση, είναι δυνητικά επικίνδυνη λόγω της πιθανότητας τραυματισμών και ατυχημάτων. Για την αποτροπή τους πρέπει να λαμβάνονται προφυλάξεις, όπως η τοποθέτηση εμποδίων μπροστά από τα παράθυρα, κλείδωμα της πόρτας, κλπ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί να χορηγηθούν φάρμακα που καταστέλλουν τον ύπνο βραδέων κυμάτων, όπως οι βενζοδιαζεπίνες.